Κλείσιμο

Κτίστη Αιμιλία

15 Apr, 2020

Τραυλισμός στα παιδιά. Αίτια, συμπτώματα & συμβουλές προς τους γονείς.

Ζωγραφιά της μικρής Ε., ηλικίας 2 χρ., που την έδωσε στην μαμά της λέγοντας της “Δεν μιλάω καλά μαμά”.

Ο τραυλισμός ορίζεται ως διαταραχή ροής της ομιλίας, κατά τον προφορικό λόγο. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, καθώς και τα διαγνωστικά εγχειρίδια ICD 10 και DSMIV, ο τραυλισμός θεωρείται μία από τις διαταραχές λόγου και ομιλίας και κατ’ επέκταση της επικοινωνίας.

Η πρώτη εμφάνιση συμπτωμάτων του τραυλισμού πραγματοποιείται κατά την προσχολική ηλικία μεταξύ 2 και 5 ετών (εξελικτικός τραυλισμός). Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται κρίσιμη, λόγω της συνύπαρξης με την περίοδο της ραγδαίας ανάπτυξης των δεξιοτήτων τόσο του λόγου, όσο και της ομιλίας.

Η αναλογία αγοριών κοριτσιών φαίνεται ισόποση σε αυτό το διάστημα, όμως στην έναρξη της σχολικής περιόδου παρατηρείται αύξηση του ποσοστού εμφάνισης τραυλισμού σε αγόρια, με αναλογία 3:1 αγόρια-κορίτσια. Μεγαλώνοντας η αναλογία μετατρέπεται σε 5:1 ή 6:1 αγόρια-κορίτσια, έως την ηλικία των 10 ετών.

Αξίζει να σημειωθεί, πως η αιτιολογία του τραυλισμού βασίζεται σε ένα πολυπαραγοντικό μοντέλο. Συγκεκριμένα, οι παράγοντες που επιδρούν στην εμφάνισή του είναι οργανικοί, γλωσσικοί, ψυχολογικοί καθώς και περιβαλλοντικοί παράγοντες.

Στους οργανικούς παράγοντες ανήκουν η γενετική (κληρονομικότητα), η νευρολογία (δομικές, ανατομικές και λειτουργικές διαφορές του εγκεφάλου), οι μειωμένες κινητικές δεξιότητες του μηχανισμού παραγωγής ομιλίας (μειωμένες στοματοκινητικές ικανότητες), το γένος (εμφάνιση τραυλισμού 1-1 ή 2-1 αγόρια κορίτσια).

Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες ο τραυλισμός συνυπάρχει με γλωσσικές δυσκολίες. Παράδειγμα αποτελεί η συννοσηρότητα της εμφάνισης του τραυλισμού με φωνολογικές διαταραχές ή διαταραχές λόγου.

Τα κλινικά χαρακτηριστικά του τραυλισμού διαφοροποιούνται, με την επίδραση των περιβαλλοντικών παραγόντων. Ειδικότερα, αλλαγές στο οικογενειακό ή σχολικό περιβάλλον, το επίπεδο της κοινωνικής αλληλεπίδρασης του ατόμου που τραυλίζει με άτομα της οικογένειας ή φίλους, ακόμη και αλλαγές στην καθημερινή ρουτίνα μπορούν να οδηγήσουν στην αύξηση ή μείωση των κλινικών χαρακτηριστικών του τραυλισμού.

Καταλυτικό ρόλο κατέχουν οι συναισθηματικοί παράγοντες, καθώς η ευερεθιστικότητα και το άγχος συσχετίζεται άμεσα με την εμφάνιση του τραυλισμού. Υπάρχουν μελέτες που συνδέουν τον ξαφνικό τραυλισμό, ως ένα σύμπτωμα για την εκδήλωση έντονου άγχους.

Κάθε συναισθηματική κατάσταση του ατόμου που τραυλίζει μπορεί να προκαλέσει διέγερση στα χαρακτηριστικά της κλινικής του εικόνας, καθώς επίσης πιθανόν να επιφέρει συναισθηματικό αντίκτυπο των συμπεριφορών του.

Τα άτομα που τραυλίζουν γνωρίζουν επαρκώς το μήνυμα που θέλουν να μεταδώσουν, όμως δυσκολεύονται στην ροή της ομιλίας, κατά την εκφορά της. Ο τραυλισμός εκδηλώνεται, με πρωτεύουσες συμπεριφορές, σχετικά με τη λεκτική επικοινωνία.

Συγκεκριμένα, παρατηρείται μη ορθός συντονισμένος ρυθμός, με εμφανή λεκτικά χαρακτηριστικά, επαναλήψεις ολόκληρων λέξεων ή φράσεων (π.χ. και-και-και) και τμημάτων λέξεων (π.χ. Τ-τ-τ-τότε), επιμηκύνσεις ήχων (π.χ. μμμμμαμά), μπλοκαρίσματα σε έναν ήχο, με έντονη δυσκολία της εκφοράς του (π.χ. (μπ)άλα).

Επιπλέον, ο τραυλισμός εκδηλώνεται με δευτερεύουσες συμπεριφορές, στην προσπάθεια του ατόμου που τραυλίζει να ελαχιστοποιήσει ή να αποκρύψει τη δυσκολία του.

Σε πολλές περιπτώσεις, συνοδά χαρακτηριστικά εμφανίζονται, όπως μυϊκές εντάσεις στο πρόσωπο ή έντονες κινήσεις του σώματος ή αναπνευστική δυσκολία, πραγματοποιώντας ακραίες εισπνοές, κατά την προσπάθεια εκφοράς της ομιλίας.

Η ραγδαία ανάπτυξη των γλωσσικών δεξιοτήτων στην ηλικία των 2 έως 4 ετών, πιθανόν να οδηγήσουν σε φυσιολογική δυσρυθμία. Τα χαρακτηριστικά της φυσιολογικής δυσρυθμίας αρκούνται στην εμφάνιση επαναλήψεων και επιμηκύνσεων, χωρίς στοιχεία δευτερευουσών συμπεριφορών, σφίξιμο αρθρωτών ή έντονες κινήσεις σώματος. Στη φυσιολογική δυσρυθμία, η ομιλία αποκαθίσταται με φυσιολογική ροή με την πάροδο του χρόνου.

Στην περίπτωση, όπου τα χαρακτηριστικά του τραυλισμού επιμένουν και αποκτηθούν δευτερεύουσες συμπεριφορές και αρνητικά συναισθήματα, αυξάνονται οι πιθανότητες για την παρουσία όλων των στοιχείων του τραυλισμού, ως αποτέλεσμα την παγίωσή του.

Η αξιολόγηση κρίνεται απαραίτητη μετά από την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων, ώστε να διαπιστωθεί η σοβαρότητά και με την έγκαιρη αντιμετώπισή του, να αποτραπεί η εδραίωσή του. Οι γονείς μπορούν να απευθυνθούν σε έναν Παιδίατρο Αναπτυξιολόγο, Παιδοψυχίατρο, Λογοθεραπευτή ή Παιδοψυχολόγο.

Η Λογοθεραπευτική αξιολόγηση ξεκινά με τη λήψη ιστορικού του ατόμου που τραυλίζει και μία συνέντευξη με τους γονείς. Το ιστορικό πραγματοποιείται για συγκέντρωση πληροφοριών, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον στα αναπτυξιακά ορόσημα του λόγου, της ομιλίας και των επικοινωνιακών δεξιοτήτων και συγκεκριμένα, στα εμφανή αίτια και στοιχεία του τραυλισμού.

Κατά τη διαδικασία της αξιολόγησης, ο θεραπευτής συλλέγει ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα ομιλίας του ατόμου που τραυλίζει. Στόχος είναι η εκτίμηση της σοβαρότητας, με περαιτέρω ανάλυση των στοιχείων του τραυλισμού, καταγράφοντας ποσοτικά και ποιοτικά τα δεδομένα.

Συγκεκριμένα, τη λεκτική και μη λεκτική αντίδραση/συμπεριφορά του ατόμου που τραυλίζει, δηλαδή τη συχνότητα και το είδος δυσρυθμιών, τον μέσο όρο επαναλήψεων, μπλοκαρισμάτων, καθώς επίσης δευτερεύουσες συμπεριφορές.

Παράλληλα, ο θεραπευτής αξιολογεί τις γλωσσικές, τις αρθρωτικές και τις φωνολογικές ικανότητες με την χορήγηση σταθμισμένων ή μη σταθμισμένων εργαλείων. Βάσει των ερευνών, στις περισσότερες περιπτώσεις εμφάνισης τραυλισμού, δυσκολίες λόγου και ομιλίας συνυπάρχουν με διαταραχές ροής της ομιλίας.

Μετά από την αξιολόγηση, κρίνεται απαραίτητο να υπάρχει συνεργατικό ύφος μεταξύ του θεραπευτή και της οικογένειας. Η θεραπευτική παρέμβαση θα μπορούσε να είναι έμμεση ή άμεση.

Συγκεκριμένα, στην έμμεση θεραπεία χρησιμοποιούνται τεχνικές ή μέθοδοι με στόχο τη μείωση των οργανικών, γλωσσικών, ψυχολογικών και περιβαλλοντικών παραγόντων, οι οποίοι επιδρούν στη ροή της ομιλίας του παιδιού, αποσκοπώντας στην αποτελεσματικότερη οργάνωση του λόγου και της ομιλίας.

Οι θεραπευτικές προσεγγίσεις του PalinParent-ChildInteractionTherapy ή το RestartDCM επικεντρώνονται στην ανάπτυξη των στρατηγικών επικοινωνίας.

Οι έμμεσες προσεγγίσεις αφορούν ένα δομημένο θεραπευτικό πρόγραμμα, με τεχνικές διαχείρισης των πρωτευουσών και δευτερευουσών συμπτωμάτων, καθώς και την ενίσχυση της φυσιολογικής ροής της ομιλίας με τη χρήση λεκτικών χαρακτηρισμών.

Σχετικά με τους παραπάνω στόχους χρησιμοποιείται η μέθοδος MiniKIDS και το πρόγραμμα Lidcombe. Η εμπλοκή των γονέων θεωρείται σημαντική για την επίτευξη των στόχων αυτών.

Χρήσιμες συμβουλές προς τους γονείς:

  1. Να τηρείτε ένα σταθερό πρόγραμμα ημέρας, με συγκεκριμένες καθημερινές δραστηριότητες στις ίδιες ώρες.
  2. Να αφιερώνετε ποιοτικό χρόνο για αλληλεπίδραση και επικοινωνία με το παιδί.
  3. Να μιλάτε αργά και καθαρά, ώστε το παιδί να υιοθετεί ένα διαφορετικό πιο χαλαρό πρότυπο. Εάν οι γύρω του μιλούν γρήγορα, τότε είτε αυτό είναι ένα πρότυπο ομιλίας προς μίμηση, είτε το παιδί ψάχνει να βρει το χώρο του για να εκφραστεί.
  4. Να δίνετε χρόνο στο παιδί να εκφράζει τις ανάγκες και τις σκέψεις του, χωρίς να μιλάτε επικριτικά, να το διακόπτετε ή να το συμπληρώνετε. 
  5. Καλό είναι να μη χρησιμοποιείτε πολύπλοκες ή μακροσκελείς γλωσσικές δομές, που μπορεί να αγχώσουν το παιδί κατά την επεξεργασία τους. Να προτιμάτε προτάσεις με απλή σύνταξη και γνωστό λεξιλόγιο για το παιδί.
  6. Να διατηρείτε κατάλληλη βλεμματική επαφή, να σέβεστε την εναλλαγή σειράς κατά τη συζήτηση.
  7. Είναι σημαντικό να μην ενισχύετε τις ευχερείς στιγμές ομιλίας και να μη σχολιάζετε αρνητικά τα δυσρυθμικά στοιχεία της ομιλίας του, γιατί θα επηρεαστεί ψυχοσυναισθηματικά το παιδί.
  8. Καλό είναι να αποφεύγετε να δείχνετε ανησυχία ή άγχος για τον τρόπο ομιλίας μπροστά στο παιδί, διότι εντείνεται η προδιάθεση για επανεμφάνιση των συμπτωμάτων.

Βιβλιογραφικές Πηγές:

BIRSTEIN, A. 2015. Understanding Stuttering in Children. [online]
CALLISTER, T. AND MERRIL, R. 2005. Intensive Stuttering Modification Therapy: A Multidimensional Assessment of Treatment Outcomes. Journal of Speech, Language, and Hearing Research. vol. 48, pp. 509-523.
CINCINNATI CHILDREN’S HOSPITAL MEDICAL CENTER. 2006. Stuttering: A Multidimensional Speech Disorder. [online]
IRANI, F., GABEL, R., DANIELS, D. AND HUGHES, S. 2012. The long term effectiveness of intensive stuttering therapy: A mixed methods study. Journal of Fluency Disorders. vol. 37, no. 3, pp.164-178.
WARD, D. 2006. Stuttering and cluttering: frameworks for understanding and treatment. USA: Psychology press
YARUSS, S. 2016. School-Age Stuttering Therapy: A practical Approach. [online]

Επιμέλεια Κειμένου: Κτίστη Αιμιλία, Λογοθεραπεύτρια – Γλωσσολόγος, ΜSc. Διευθύνουσα του Κέντρου Ειδικών Θεραπειών ‘Λόγος & Έργο Ψυχής’.

ℹ️ Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την κ. Αιμιλία Κτίστη και το Κέντρο Ειδικών Θεραπειών 'Λόγος και Έργο Ψυχής' θα βρείτε εδώ