Κλείσιμο

Κωνσταντοπούλου Μαρία

28 Jul, 2021

ΤΟ ΑΓΧΟΣ ΣΤΗΝ ΕΦΗΒΕΙΑ

Εφηβεία ονομάζουμε την εξελικτική διεργασία στη ζωή του ανθρώπου που αρχίζει «βιολογικά» με τις μεταβολές της φυσιολογίας της ήβης και τελειώνει «ψυχολογικά» με την τελική οργάνωση της σεξουαλικότητας. Πρόκειται για ένα φαινόμενο ορμονικό, βιολογικό, πνευματικό και διαφέρει από άτομο σε άτομο, από κοινωνία σε κοινωνία και από εποχή σε εποχή. Είναι η περίοδος της ζωής που βρίσκεται ανάμεσα στην παιδική ηλικία και στην ενηλικίωση.

Ο στόχος της εξέλιξής της είναι σαφής: να μπορέσει να δημιουργηθεί από το μεγάλο παιδί ο έτοιμος ενήλικος. Έτσι, η εφηβεία περιλαμβάνει ένα εξαιρετικά σύνθετο και περίπλοκο φαινόμενο, το οποίο εμπλέκει εκτός από τον έφηβο και τα άτομα του περιβάλλοντός του, όπως την οικογένειά του, τους συνομηλίκους του αλλά και τους άλλους ενηλίκους που τον περιβάλλουν. 

Αρχικά, αυτό που φαίνεται να προκαλεί έντονο άγχος στον έφηβο είναι οι ταχείες σωματικές αλλαγές που συνδέονται με την ήβη. Στις σωματικές μεταβολές της ήβης περιλαμβάνεται και η ωρίμανση των χαρακτηριστικών του φύλου, δηλ. οι σωματικές μεταβολές που προκαλούνται από ορμόνες οι οποίες καθιστούν το άτομο ικανό για αναπαραγωγή αλλά και οι σεξουαλικές ορμόνες που δεν σχετίζονται με την πράξη της αναπαραγωγής.

Οι σωματικές αλλαγές που παρατηρούνται στους εφήβους, οι οποίες σχετίζονται για πρώτη φορά στη ζωή του ατόμου με την πράξη της αναπαραγωγής -τα αγόρια έχουν την πρώτη τους εκσπερμάτιση μεταξύ 13 και 15 ετών, συνήθως κατά τη διάρκεια του ύπνου, ενώ τα κορίτσια ωριμάζουν σωματικά νωρίτερα από τα αγόρια και η αρχή της έμμηνου ροής, η πρώτη τους εμμηνόρροια, εμφανίζεται μεταξύ των 11 και 13 ετών- αποτελούν βασικούς στρεσογόνους παράγοντες και μπορούν να διαταράξουν την ψυχολογική υγεία των εφήβων. Ως αποτέλεσμα των έντονων σωματικών αλλαγών, η εφηβεία θα φέρει στην επιφάνεια στοιχεία που το άτομο δεν διέθετε για την κατανόηση του ρόλου του άνδρα και της γυναίκας. 

Έτσι, το άτομο σε αυτή την ηλικία καλείται να έρθει αντιμέτωπο με τους διαφορικούς ρόλους του φύλου του, κάτι που αποτελεί έναν ακόμη παράγοντα έκλυσης άγχους. Όλες οι αλλαγές που συμβαίνουν στην εφηβεία είναι η διαδικασία αναζήτησης της νέας ταυτότητας του εφήβου και του νεαρού ενήλικα, γι’ αυτό και η ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του εφήβου εμπεριέχει κυρίως τη διαμόρφωση μίας ατομικής ταυτότητας, την προσπάθεια αυτονομίας και την ανάπτυξη υγιών σχέσεων με τους συνομηλίκους και τους γονείς.

Όλο αυτό το σύνολο των στόχων που καλείται να επιτελέσει το άτομο στην εφηβεία επιβαρύνει ακόμη περισσότερο την ψυχολογική κατάσταση του εφήβου και επιδεινώνει τα συναισθήματα άγχους που ήδη βιώνει. Παράλληλα, επιπρόσθετοι λόγοι για τους οποίους η εφηβεία σχετίζεται με έντονα συναισθήματα άγχους είναι το γεγονός ότι η εφηβεία εξομοιώνεται με μια δεύτερη φάση απομάκρυνσης-εξατομίκευσης, κατά την οποία το μικρό παιδί απελευθερώνεται προοδευτικά από τη συμβιωτική ενότητα που συγκροτούσε με τη μητέρα του και η οποία θέτει σε αμφισβήτηση ολόκληρη την ισορροπία της οικογένειας. 

Η κοινωνική ανάπτυξη του εφήβου αποτυπώνεται στην τάση για ανεξαρτητοποίηση από τους ενηλίκους και για συμμόρφωση προς την ομάδα των συνομηλίκων. Ο έφηβος νιώθει έντονη την επιθυμία για αυτονομία και αυτοδιαχείριση, γεγονός που αποτελεί ακόμη έναν λόγο για να αισθάνεται άγχος αφού κατά την εποχή που αναζητά μια ανεξάρτητη ταυτότητα εξαρτάται από τους γονείς του.

Σαν αποτέλεσμα, η εφηβεία θεωρείται  περίοδος σύγκρουσης μεταξύ των γονέων και των παιδιών, αν και η σύγκρουση αυτή γενικά έχει να κάνει περισσότερο με επιφανειακά θέματα εξωτερικής εμφάνισης παρά με ουσιαστικά θέματα αξιών. Παρόλ’ αυτά, ο έφηβος φαίνεται να βιώνει έντονα και το άγχος της σύγκρουσης με τους γονείς, κάτι που εκδηλώνεται και στη συμπεριφορά του προς αυτούς, μέσω ξεσπασμάτων που πιθανόν ξαφνιάζουν τους γονείς του.

Στον συναισθηματικό τομέα, κύριο αναπτυξιακό χαρακτηριστικό της εφηβικής ηλικίας είναι η μεγάλη ένταση και αστάθεια της ψυχικής διάθεσης. Η συναισθηματική ζωή του εφήβου περιγράφεται γεμάτη μεταπτώσεις και ταλαντεύσεις ανάμεσα σε αντιφατικές και συγκρουόμενες διαθέσεις, κατάσταση που θεωρείται ότι είναι αποτέλεσμα των βιολογικών αλλαγών της ήβης και κυρίως του ορμονικού συστήματος του εφήβου. Τα κυριότερα θέματα που απασχολούν τη συναισθηματική ζωή του εφήβου είναι η αγάπη, η φιλία, ο έρωτας, η χαρά, ο θυμός, ο φόβος, η ανησυχία, το άγχος, η ζήλεια, η συμπάθεια και ο θαυμασμός.   

Ο συνδυασμός όλων αυτών των αναπτυξιακών εξελίξεων σε κάθε επίπεδο, καθορίζει και ανάλογους αναπτυξιακούς στόχους, τους οποίους ο έφηβος πρέπει να επιδιώξει και να πραγματοποιήσει. Οι κυριότερες από τις νέες αυτές αναπτυξιακές απαιτήσεις είναι η αποδοχή της νέας μορφής που παίρνει το εφηβικό σώμα, η διαμόρφωση μίας ώριμης ετερόφυλης σχέσης, η εξασφάλιση μίας βέβαιης προοπτικής για οικονομική ανεξαρτησία με την επιλογή και τη συστηματική προετοιμασία για την άσκηση ενός επαγγέλματος, η απόκτηση συναισθηματικής αυτονομίας από τους γονείς και άλλους ενηλίκους, η διαμόρφωση μίας σαφούς και ολοκληρωμένης εικόνας για τον εαυτό και η αποσαφήνιση ενός σχεδίου ζωής. Όπως είναι επόμενο, η επίτευξη όλων των παραπάνω στόχων προκαλούν έντονη ανησυχία και άγχος στον έφηβο για την επιτυχή ολοκλήρωσή τους, αφού οι νέοι αυτοί αναπτυξιακοί σκοποί απαιτούν και ανάλογες αλλαγές και αναδιοργάνωση στον τομέα της προσωπικότητας του εφήβου. 

Οι πιο συνήθεις ψυχολογικές αντιδράσεις του εφήβου στο άγχος που έχει σαν αφετηρία όλες αυτές τις αλλαγές είναι η επιθυμία να μένει μόνος του, η αποστροφή προς την εργασία, η έλλειψη συντονισμού στις κινήσεις, η ανία-πλήξη, η νευρικότητα-ανησυχία, η αυξημένη ευσυγκινησία, η αντιδραστική-εχθρική στάση προς τους άλλους, η εναντίωση προς κάθε μορφή εξουσίας, η υπεραπασχόληση με τα σεξουαλικά θέματα, η υπέρμετρη αιδημοσύνη, η έλλειψη αυτοπεποίθησης και η ονειροπόληση. 

Το στάδιο της εφηβείας που είναι ιδιαίτερα αγχογόνο και εκρηκτικό παρατηρείται κατά την πρώιμη εφηβεία η οποία χαρακτηρίζεται και από διαφυλικές διαφορές αφού τα αγόρια εισέρχονται σε αυτήν αργότερα από τα κορίτσια: η πρώιμη εφηβεία αρχίζει γύρω στα 11 χρόνια και συνεχίζεται περίπου ως τα 15.  Κατά τη μεσαία φάση της περιόδου της εφηβείας, καθώς πλησιάζουν τα 18 έτη, πιθανόν να συνεχίζεται η προσπάθεια των εφήβων να εξοικειωθούν με έναν καινούργιο και μεταβαλλόμενο ως προς τη σωματική εμφάνιση εαυτό, με σεξουαλικές και κοινωνικές ταυτίσεις. Στην τελευταία φάση της εφηβείας, μετά τα 18, ίσως και αργότερα, έως τα 20 έτη, πολλές από τις αβεβαιότητες και τα άγχη των χρόνων που προηγήθηκαν, είναι πιθανό να μην έχουν ακόμη επιλυθεί και ίσως τότε ο έφηβος να νιώσει ότι κατά κάποιο τρόπο πρόκειται για μια πορεία που μόλις τώρα αρχίζει.

Τέλος, κατά τη μελέτη του άγχους στην εφηβεία, πρέπει να αναφερθεί και η κρίση της εφηβείας: η εμφάνιση της ήβης συνοδεύεται σχεδόν πάντοτε από μία κρίση αντίθετη προς τους ενηλίκους, κρίση η οποία μπορεί να γίνεται ή όχι φανερή. Όπως φαίνεται και από τα παραπάνω η εφηβεία είναι μία περίοδος ταχείας αλλαγής και γι’αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν μπορεί να είναι απαλλαγμένη από διαταραχές της συμπεριφοράς οι οποίες θα χαρακτηρίζονταν ως παθολογικές σε οποιαδήποτε άλλη περίοδο της ζωής.

Η κρίση της εφηβείας εντοπίζεται στο επίπεδο της φυσιολογικής ανάπτυξης, στον συναισθηματικό τομέα, στην κρίση της ήβης, των ιδεών, της ανεξαρτησίας, στη θρησκευτική κρίση και στην κρίση λόγω καταπίεσης. Λόγω του ότι οι έφηβοι στην προσπάθεια για αυτονομία και διαμόρφωση ταυτότητας κατακλύζονται από έντονες συναισθηματικές συγκρουσιακές καταστάσεις που απορρέουν τόσο από τον κοινωνικό περίγυρο όσο και από ορμονικές διαταραχές, είναι απόλυτα δικαιολογημένο το γεγονός ότι αισθάνονται τόσο έντονα συναισθήματα άγχους και στρες.

Απ’ όλα τα παραπάνω, γίνεται φανερό ότι οι γονείς θα πρέπει να οπλιστούν με μεγάλη υπομονή για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν το έντονο άγχος του έφηβου παιδιού τους. Οπωσδήποτε, θα πρέπει να έχουν υπ’ όψιν τους ότι η συμπεριφορά του εφήβου που τους προβληματίζει και τους αναστατώνει είναι αποτέλεσμα όλων των παραπάνω παραγόντων και να κατανοήσουν την ψυχολογική του κατάσταση, είτε με το έρθουν σε επαφή με ειδικούς που μπορούν να τους καθησυχάσουν είτε με το να αναλογιστούν τη δική τους συναισθηματική κατάσταση κατά την περίοδο της δικής τους εφηβείας. Σε κάθε περίπτωση, επειδή η εφηβική ηλικία είναι εξ’ορισμού μία κρίσιμη ηλικία, τονίζεται ότι πολλές από τις συμπεριφορές που ανησυχούν τους γονείς είναι παροδικές και τείνουν να εκλείπουν με το πέρας της εφηβείας.

Αντίστοιχα, στις περιπτώσεις όπου κάποιες συμπεριφορές είναι μέρος μίας γενικότερης ψυχοπαθολογίας (π.χ. το παιδί που μιλά άσχημα ή βρίζει συχνά τους γονείς, αργότερα περνά στην πράξη τον λόγο του, χειροδικώντας ή παίζοντας ξύλο στο σχολείο ή όπου αλλού) είναι απαραίτητη η συμβολή του ειδικού. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, όταν οι γονείς έχουν αμφιβολία ή παρατηρούν σοβαρές αλλαγές στη συμπεριφορά του παιδιού, πάντοτε θα πρέπει να γίνεται αξιολόγηση από κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας. Διότι είναι και ο πλέον κατάλληλος για να εκτιμήσει εάν κάποια συμπεριφορά είναι αποτέλεσμα των εσωτερικών συγκρούσεων της φυσιολογικής εξέλιξης της εφηβείας ή εάν υποδηλώνει συμπτώματα μίας γενικότερης ευάλωτης ψυχικής υγείας.


Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την Ψυχολόγο – Σύμβουλο – Ψυχοθεραπεύτρια κ. Μαρία Κωνσταντοπούλου θα βρείτε εδώ


Διαβάστε ακόμα: